Η προοπτική αυτή μελέτη αποσκοπεί να αξιολογήσει τη σχετική χρησιμότητα βιοδεικτών για την έγκαιρη και αξιόπιστη εκτίμηση της αποτελεσματικότητας της θεραπείας σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού (ΚΜ) και οστικές μεταστάσεις (ΟΜ). Μελετήθηκαν 32 δείκτες σε δείγματα ορού των ασθενών: 5 καρκινικοί δείκτες, 14 δείκτες οστικού μεταβολισμού και 13 δείκτες ενδεικτικοί μοριακών διεργασιών, όπως η κυτταρική απόπτωση, η ιστική διήθηση, κ.ά. Συνολικά 424 γυναίκες συμμετείχαν στη μελέτη και κατανέμονταν στις ακόλουθες 4 ομάδες: 1) Ομάδα Α: 153 ΚΜ ασθενείς (36,08%) με κλινικές και ακτινολογικές ενδείξεις ύπαρξης των ΟΜ. 2) Ομάδα Β: 77 ΚΜ ασθενείς (18,16%) διαγνωσμένες σε πρώιμα στάδια της νόσου, χωρίς οστική συμμετοχή. 3) Ομάδα Γ: 72 ασθενείς (16,98%) πάσχουσες από καλοήθεις παθήσεις του μαστού υπό παρακολούθηση. 4) Ομάδα Δ: 122 υγιείς μάρτυρες (28,77% του συνόλου). Προσδιορίστηκε το επίπεδο των δεικτών στον ορό όλων των γυναικών κατά την ένταξή τους στη μελέτη, ένα μήνα μετά την έναρξη της θεραπείας και 6-8 μήνες αργότερα. Τα επίπεδα των δεικτών OPG, RANKL, CA 27.29, TRAP-5b, ΒΑΡ, και ΟΡΝ προσδιορίστηκαν με sandwich ELISA, ενώ εκείνα των δεικτών CEA, CA 15-3, ΤΡΑ, CYFRA 21-1, ICTP, PICP, PINP, ΡΙΙΙΝΡ, PTHrP, IGF-1, S100, CT και OC προσδιορίστηκαν με ραδιομετρική (RIA, IRMA) μέθοδο. Για τις ασθενείς της Ομάδας Α δημιουργήσαμε ένα συμβατικό ‘scan score’ με βάση τον αριθμό, την έκταση και τη μεταβολική δραστηριότητα των ΟΜ στο αρχικό σπινθηρο-γράφημα οστών (S1: 1-2 BM, S2: 3-6 BM, S3:> 6 BM). Αρχικό scan score S1 παρατηρήθηκε σε 81 ασθενείς (52,94%) της ομάδας Α, ενώ 49 ασθενείς (32,03%) είχαν scan score S2 και 23 ασθενείς (15,03%) είχαν S3. Αυτές οι ασθενείς υποβλήθηκαν σε ενδελεχή κλινικοεργαστηριακό και απεικονιστικό έλεγχο μετά 6-8 μήνες. Τα βασικά δημογραφικά χαρακτηριστικά και τα επίπεδα των δεικτών στον ορό τόσο ανάμεσα στις ομάδες των ασθενών όσο και στις υπο-ομάδες της ομάδας Α εκτιμήθηκαν με την δοκιμασία t (Student t-test) για ανεξάρτητα δείγματα. Λόγω του μεγάλου αριθμού των αλληλοεξαρτώμενων μεταβλητών, προχωρήσαμε και στην τεχνική της ανάλυσης παραγόντων. Στην παρούσα μελέτη, ένα υποσύνολο βιοδεικτών που περιλαμβάνει τα μόρια TRAP, IGF-1, ΜΜΡ2, τον λόγο OPG / RANKL και το CA 27.29 έχει δειχθεί ότι είναι η πιο ευαίσθητη προσέγγιση για την ανίχνευση της παρουσίας ΟΜ σε ασθενείς με ΚΜ, ακολουθούμενο από ένα άλλο υποσύνολο βιοδεικτών, το οποίο απαρτίζουν τα μόρια ICTP, CA 15-3, Dickkopf-1 και PINP. Σχετικά με την δυνατότητα των δεικτών να αντικατοπτρίζουν την έκταση και τη σοβαρότητα της σκελετικής συμμετοχής, οι δείκτες TNFa, ρ53, TRAP, IGF1 και ο λόγος OPG / RANKL παρουσίασαν τις καλύτερες επιδόσεις. Όσον αφορά την προγνωστική ισχύ τους, οι δείκτες TNFa, ρ53, IL-6, ICTP, TRAP και CA 15-3 υπερτερούσαν, έχοντας σημαντικά χαμηλότερα επίπεδα σε όλες τις μετρήσεις σε ασθενείς με εμφάνισαν ύφεση ή σταθεροποίηση της νόσου. Αξιοποιώντας τα ευρήματα που προκύπτουν από την δική μας και άλλες σχετικές μελέτες, προτείνουμε στα καθιερωμένα κριτήρια της παρακολούθησης των ΚΜ+ΟΜ ασθενών να ενσωματωθούν μετα-επίπεδα ανάλυσης, που περιέχουν έγκυρους δείκτες, οι οποίοι επιτρέπουν τον περαιτέρω ακριβέστερο καθορισμό υποομάδων ΚΜ ασθενών, που εμφανίζουν παρόμοια βιολογική συμπεριφορά, ώστε να τείνουμε προς την εξατομικευμένη θεραπευτική προσέγγιση.