Ultrasound is useful for non-invasive visualization of focal nerve pathologies probably resulting from demyelination, remyelination, edema or inflammation. In patients with progressive muscle weakness, differentiation between multifocal motor neuropathy (MMN) and amyotrophic lateral sclerosis (ALS) is essential regarding therapy and prognosis. Therefore, the objective of this study was to investigate whether nerve ultrasound can differentiate between ALS and MMN. Systematic ultrasound measurements of peripheral nerves and the 6th cervical nerve root (C6) were performed in 17 patients with ALS, in 8 patients with MMN and in 28 healthy controls. Nerve conduction studies of corresponding nerves were undertaken in MMN and ALS patients. Electromyography was performed in ALS patients according to revised El-Escorial criteria. ANOVA and unpaired t test with Bonferroni correction revealed significant differences in cross-sectional areas (CSA) of different nerves and C6 diameter between the groups. Nerve enlargement was found significantly more frequently in MMN than in other groups (p < 0.001). Receiver operating characteristics analysis revealed detection of enlarged nerves/roots in at least four measurement points to serve as a good marker to differentiate MMN from ALS with a sensitivity of 87.5% and a specificity of 94.1%. Ultrasonic focal nerve enlargement in MMN was often not colocalized with areas of conduction blocks found in nerve conduction studies. Systematic ultrasound measurements in different nerves and nerve roots are valuable for detecting focal nerve enlargement in MMN, generally not found in ALS and thus could serve as a diagnostic marker to differentiate between both entities in addition to electrodiagnostic studies.
The objective of this study is to evaluate the nerve ultrasound characteristics in genetically distinct inherited neuropathies, the value of the modified ultrasound pattern sum score (mUPSS) to differentiate between the subtypes and the correlation of ultrasound with nerve conduction studies (NCS), disease duration and severity. All patients underwent a standardized neurological examination, ultrasound, and NCS. In addition, genetic testing was performed. Consequently, mUPSS was applied, which is a sum-score of cross-sectional areas (CSA) at predefined anatomical points in different nerves. 31 patients were included (10xCharcot-Marie-Tooth (CMT)1a, 3xCMT1b, 3xCMTX, 9xCMT2, 6xHNPP [Hereditary neuropathy with liability to pressure palsies]). Generalized, homogeneous nerve enlargement and significantly increased UPS scores emphasized the diagnosis of demyelinating neuropathy, particularly CMT1a and CMT1b. The amount of enlargement did not depend on disease duration, symptom severity, height and weight. In CMTX the nerves were enlarged, as well, however, only in the roots and lower limbs, most prominent in men. In CMT2 no significant enlargement was detectable. In HNPP the CSA values were increased at entrapped sites, and not elsewhere. However, a distinction from CMT1, which also showed enlarged CSA values at entrapment sites, was only possible by calculating the entrapment ratios and entrapment score. The mUPSS allowed distinction between CMT1a (increased UPS scores, entrapment ratios <1.0) and HNPP (low UPS scores, entrapment ratios >1.4), while CMT1b and CMTX showed intermediate UPS types and entrapment ratios <1.0. Although based on few cases, ultrasound revealed consistent and homogeneous nerve alteration in certain inherited neuropathies. The modified UPSS is a quantitative tool, which may provide useful information for diagnosis, differentiation and follow-up evaluation in addition to NCS and molecular testing.
Σκοπός της παρούσης διατριβής είναι η συμβολή στην μοντελοποίηση της δομής συσχέτισης μεταξύ δυαδικών δεδομένων κοινής ομάδας. Το μοντέλο που αναπτύχθηκε βασίζεται σε μια αναπαράσταση της από κοινού πιθανότητας όπου η συσχέτιση των παρατηρήσεων κάθε ομάδας έχει ενσωματωθεί ως συνάρτηση μιας παραμέτρου και των περιθωριακών πιθανοτήτων των μελών της ομάδας, με το επιστημονικό ενδιαφέρον να επικεντρώνεται στην παράμετρο συσχετισμού καθώς και στους συντελεστές της παλινδρόμησης που αντιστοιχούν στις περιθωριακές πιθανότητες των δυαδικών παρατηρήσεων. Μια κατασκευαστική τεχνική που έχει προταθεί από τους Oman και Zucker χρησιμοποιείται ώστε να οριστούν δυαδικές μεταβλητές με δεδομένες περιθωριακές πιθανότητες και με απλές παραμετρικές δομές για τη συσχέτιση μεταξύ των ζευγών των παρατηρήσεων, οι οποίες προκύπτουν από τις κοινές πιθανότητες των μεταβλητών. Συγκεκριμένα, η παράμετρος που συνδέεται με τη συσχέτιση εκφράζει τη σχετική θέση της από κοινού πιθανότητας ζεύγους παρατηρήσεων μεταξύ της ανεξαρτησίας και της μέγιστης συσχέτισης. Επιπλέον, είναι μια μέθοδος κοινής πιθανοφάνειας που χρησιμοποιεί την αναπαράσταση του Bahadur, η οποία βασίζεται στην αποσύνθεση της από κοινού κατανομής στην κατανομή υπό ανεξαρτησία και σε ένα διορθωτικό παράγοντα που ενσωματώνει τη συσχέτιση εντός των ομάδων. Στο τρέχον πρότυπο θα χρησιμοποιηθεί η προσέγγιση 2ης τάξης, όπου υιοθετείται η υπόθεση των μηδενικών συσχετίσεων τάξης μεγαλύτερης του δύο. Για την εκτίμηση των παραμέτρων του μοντέλου χρησιμοποιούνται Μπεϋζιανές μέθοδοι εκτίμησης MCMC, λόγω δυσκολίας προσέγγισης μέσω αναλυτικών μεθόδων εκτίμησης. Εξετάζονται διάφορα σχήματα μοντελοποίησης της παραμέτρου συσχέτισης με τα πιο αποτελεσματικά από αυτά να είναι το απλό μοντέλο όπου όλες οι ομάδες έχουν κοινή παράμετρο συσχέτισης και το μοντέλο που η παράμετρος συσχέτισης μοντελοποιείται ως συνάρτηση ενός γραμμικού συνδυασμού ανεξάρτητων μεταβλητών. Περαιτέρω μοντέλα έχουν εξεταστεί όπου οι περιθωριακές πιθανότητες επηρεάζονται μέσω τυχαίων επιδράσεων παρατηρήσεως ή ομάδας, ή η παράμετρος συσχετισμού επηρεάζεται από τυχαία επίδραση της ομάδας, αλλά προέκυψαν ζητήματα σύγκλισης. Η απόδοση των μοντέλων εξετάστηκε σε προσομοιωμένα και πραγματικά σύνολα δεδομένων.
Η παρούσα εισήγηση εστιάζει στην καλλιέργεια της ενσυναίσθησης και της κουλτούρας του διαφορετικού μέσω της λογοτεχνίας. Ως σκοποί της έρευνας που πραγματοποιήθηκε, τέθηκαν η εξέταση του βαθμού επίδρασης του λογοτεχνικού κειμένου που δόθηκε στους/ στις μαθητές – μαθήτριες, στην πολύπλευρη ανάπτυξη της ενσυναίσθησής τους αλλά και η διαμόρφωση διαπολιτισμικής συνείδησης μέσω παιγνιωδών φιλαναγνωστικών δράσεων. Πιο αναλυτικά, πραγματοποιήθηκε διδακτική παρέμβαση διάρκειας δύο εβδομάδων σε 22 μαθητές- μαθήτριες της Στ΄ τάξης του 5ου Δημοτικού σχολείου Πειραιά. Με μεθοδολογικό εργαλείο το λογοτεχνικό βιβλίο «Η τελευταία μαύρη γάτα» του Ευγένιου Τριβιζά, εφαρμόστηκε η ποιοτική μέθοδος ανάλυσης και διεξήχθη έρευνα δράσης. Τα δεδομένα της έρευνας συλλέχθηκαν από τη συμπλήρωση ειδικά διαμορφωμένων φύλλων εργασίας σε διάφορα στάδια της παρέμβασης αλλά και από ερωτηματολόγια προ-ελέγχου και μετά-ελέγχου. Μετά την ολοκλήρωση της παρέμβασης, τα ευρήματα της έρευνας έδειξαν μεσαίο προς υψηλό βαθμό καλλιέργειας της ενσυναίσθησης των μαθητών – μαθητριών, ενώ παράλληλα παρατηρήθηκε αλλαγή αρνητικών τρόπων συμπεριφοράς και σκέψης των παιδιών απέναντι στο διαφορετικό σε ικανοποιητικό βαθμό. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί η θετική ανταπόκριση των μαθητών – μαθητριών στη φιλαναγνωστική δράση και η δημιουργία ενός θετικού ομαδοσυνεργατικού κλίματος εντός της σχολικής τάξης.
scite is a Brooklyn-based organization that helps researchers better discover and understand research articles through Smart Citations–citations that display the context of the citation and describe whether the article provides supporting or contrasting evidence. scite is used by students and researchers from around the world and is funded in part by the National Science Foundation and the National Institute on Drug Abuse of the National Institutes of Health.
hi@scite.ai
10624 S. Eastern Ave., Ste. A-614
Henderson, NV 89052, USA
Copyright © 2024 scite LLC. All rights reserved.
Made with 💙 for researchers
Part of the Research Solutions Family.