Οι εκπομπές CO2 από την οδική κυκλοφορία έχουν ολοένα μεγαλύτερη σημασία στη συζήτηση για την κλιματική αλλαγή. Διάφορα μοντέλα και πρακτικές εφαρμόζονται σήμερα για την εκτίμηση της επίδρασης τεχνολογικών και πολιτικών επιλογών στην κατανάλωση καυσίμου επιβατικών οχημάτων και στην ενεργειακή αξιολόγηση συστημάτων μεταφοράς, ωστόσο, αυτά, είτε δεν διαθέτουν την απαιτούμενη ακρίβεια στο τελικό αποτέλεσμα, είτε χρειάζονται ένα επίπεδο λεπτομέρειας στις παραμέτρους εισόδου που απαγορεύει τις προσομοιώσεις σε μεγάλη κλίμακα ή/και τον συνδυασμό με άλλα μοντέλα ή λογισμικά, όπως μοντέλα προσομοίωσης κυκλοφορίας, μοντέλα υπολογισμού κόστους κ.α.. Υπό αυτό το πρίσμα, η παρούσα διδακτορική διατριβή στοχεύει στο συνδυασμό προσεγγίσεων προσομοίωσης κατανάλωσης καυσίμου οχημάτων, όπως αυτά χρησιμοποιούνται σε αναλυτικά μοντέλα προσομοίωσης, με εμπειρικές σχέσεις που προκύπτουν από τον συνδυασμό και την ανάλυση δεδομένων μετρήσεων και άλλων διαθέσιμων δεδομένων, σε ένα ολοκληρωμένο, ευέλικτο και ακριβές εργαλείο, το οποίο επιτρέπει την αξιολόγηση της επίπτωσης σύγχρονων τεχνολογιών και πολιτικών επιλογών στην κατανάλωση καυσίμου επιβατικών οχημάτων. Το συγκεκριμένο εργαλείο χρησιμοποιείται κυρίως για την υποστήριξη και την εκτίμηση της επίπτωσης της μετάβασης από το μέχρι πρότινος ισχύον πρωτόκολλο μέτρησης το οποίο εφαρμόζεται στην έγκριση τύπου κατανάλωσης καυσίμου και εκπομπών CO2 επιβατικών οχημάτων στην Ευρώπη, το NEDC, στο νέο, το οποίο αναπτύχθηκε από τα Ηνωμένα Έθνη και ξεκίνησε να εφαρμόζεται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία από το Σεπτέμβριο του 2017, το WLTP. Επιπλέον, το εργαλείο εφαρμόζεται για την εκτίμηση της επίπτωσης των αλλαγών της σχετικής νομοθεσίας οι οποίες αφορούν οχήματα χαμηλών εκπομπών (ηλεκτρικά, κ.α.), και, τέλος, για την αναπαραγωγή δεδομένων εκπομπών υπό πραγματικές συνθήκες οδήγησης, τα οποία συλλέχθησαν μέσω φορητών συστημάτων μέτρησης εκπομπών (PEMS).